Στη σημερινή κοινωνία όλοι πρέπει να διαθέτουν ένα ευρύ σύνολο δεξιοτήτων, γνώσεων και ικανοτήτων, συμπεριλαμβανομένου ενός επαρκούς επιπέδου ψηφιακών ικανοτήτων, προκειμένου να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο στην κοινωνία, να έχουν πρόσβαση και να προχωρήσουν στην αγορά εργασίας και να συμμετάσχουν σε περαιτέρω εκπαίδευση και κατάρτιση. Περίπου το ένα τέταρτο του ευρωπαίου ενήλικου πληθυσμού δυσκολεύεται στην ανάγνωση και γραφή και διαθέτει χαμηλό επίπεδο αριθμητικών και ψηφιακών δεξιοτήτων. Οι ενήλικοι που δεν διαθέτουν επαρκές επίπεδο τέτοιων δεξιοτήτων αντιμετωπίζουν υψηλό κίνδυνο κοινωνικού αποκλεισμού.
Στο πλαίσιο αυτό, το έργο DCDS (Digital Competences Development System) στοχεύει στη δημιουργία ενός πλαισίου που θα προσφέρει στους ενήλικους ευρωπαίους πολίτες χαμηλής ειδίκευσης τις βασικές ψηφιακές και εγκάρσιες ικανότητες που απαιτούνται για την απασχόληση, την προσωπική ανάπτυξη, την κοινωνική ένταξη και την ενεργό συμμετοχή ως πολίτες.Το έργο DCDS θα ευθυγραμμιστεί πλήρως με το ευρωπαϊκό πλαίσιο ψηφιακών ικανοτήτων για τους πολίτες – DigComp και θα προωθήσει την υιοθέτησή του στην Ευρώπη.
Η ερευνητική ομάδα DAISSy του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου είναι ένας από τους εταίρους του έργου. Το έργο θα αναπτύξει ένα ανοιχτό, καινοτόμο πολυγλωσσικό σύστημα ανάπτυξης ψηφιακών ικανοτήτων (DCDS) και θα το χρησιμοποιήσει για την παροχή μη τυπικής κατάρτισης σε ενήλικες χαμηλής ειδίκευσης σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες. Το DCDS θα αποτελείται από:
- Τη Μεθοδολογία Ανάπτυξης Ψηφιακών Ικανοτήτων (DCDM) για την ανάπτυξη ψηφιακών ικανοτήτων και σχετικών εγκάρσιων δεξιοτήτων των ενηλίκων
- Το ηλεκτρονικό περιβάλλον ανάπτυξης ψηφιακών ικανοτήτων (DCDE) που περιλαμβάνει εργαλείο αυτοαξιολόγησης που επιτρέπει στους ενήλικες να εντοπίζουν κενά στις βασικές ψηφιακές ικανότητες, εργαλείο που επιτρέπει στους εκπαιδευόμενους να εντοπίζουν τις προσφορές κατάρτισης που ταιριάζουν καλύτερα στις ανάγκες τους, ηλεκτρονική εφαρμογή μάθησης με χαρακτηριστικά παιγνίου και πολυγλωσσικούςψηφιακούς ανοικτούς εκπαιδευτικούς πόρους
- Εξατομικευμένες συνδυασμένες μη τυπικές εκπαιδεύσεις που συνίστανται σε ενότητες κατάρτισης για την κάλυψη ατομικών μαθησιακών αναγκών, οι οποίες συνδυάζουν την ηλεκτρονική μάθηση με προσωπικές συνεδρίες υποστήριξης από εκπαιδευτές
- Εγχειρίδια και οδηγούς μαθημάτων για την εφαρμογή της μεθοδολογίας, τα οποία θα βοηθήσουν τους εκπαιδευτές στο να σχεδιάσουν και να προσφέρουν ευέλικτες και αρθρωτές προσφορές κατάρτισης
- Εργαλεία δημιουργίας πολιτικής για τους παρόχους κατάρτισης και συστάσεις πολιτικής που βασίζονται στην ανάλυση δεδομένων για περαιτέρω αξιοποίηση και μεταφορά από τους φορείς χάραξης πολιτικής σχετικά με την ηλεκτρονική ένταξη, την εκπαίδευση ενηλίκων και την ατζέντα ψηφιακών δεξιοτήτων.
Στο πλαίσιο του έργου, στις 3 Μαΐου 2018, έλαβε χώρα στην Αθήνα (στις εγκαταστάσεις του ΕΑΠ) μια ομάδα εστίασης στην οποία συμμετείχαν δέκα εκπρόσωποι φορέων χάραξης πολιτικής και παροχής κατάρτισης. Οκτώ από τους συμμετέχοντες ήταν εκπρόσωποι κυβερνητικών φορέων (όπως το Υπουργείο Απασχόλησης, το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης, το Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, το Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης, το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων και η Γενική Γραμματεία Συντονισμού) και δύο εκπροσωπούσαν την αγορά εκπαίδευσης ενηλίκων. Τέσσερις από τους δέκα συμμετέχοντες ήταν γυναίκες. Η ομάδα εστίασης διήρκεσε σχεδόν δύο ώρες και οδήγησε σε καρποφόρες συζητήσεις μεταξύ των συμμετεχόντων.
Η ομάδα εστίασης έτρεξε με την υποστήριξη ενός διευκολυντή (Αχιλλέα Καμέας) και δύο παρατηρητών (Σπύρος Μπορώτης και Νίκος Αχιλλεόπουλος) από το Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο.
Ο διευκολυντής παρουσίασε τους στόχους του έργου DCDS και τον σκοπό της ομάδας εστίασης. Επιπλέον, ενημέρωσε τους συμμετέχοντες για τη μέθοδο της ομάδας εστίασης και τους βασικούς κανόνες. Μετά από αυτό, η κύρια συζήτηση διεξήχθη επί περίπου 90 λεπτά. Στα παρακάτω, συνοψίζονται τα σημαντικότερα ευρήματα.
Οι περισσότεροι συμμετέχοντες συμφώνησαν ότι οι βασικές ψηφιακές ικανότητες είναι σημαντικές για την κοινωνική ένταξη των ενηλίκων πολιτών, καθώς η ύπαρξή τους διευκολύνει τη συμμετοχή τους στην κοινότητα και την εκμετάλλευση των ψηφιακών υπηρεσιών. Πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι πάνω από το 65% των NEET ή των νέων, μεταξύ εκείνων που παρακολουθούσαν προγράμματα μαθητείας, προκειμένου να αναπτύξουν τις ψηφιακές τους ικανότητες, βρήκαν δουλειά. Αυτό το εύρημα δικαιολογεί τη σημασία της απόκτησης ψηφιακών ικανοτήτων στις μέρες μας.
Σε γενικές γραμμές, οι ομάδες του πληθυσμού που πρέπει να στοχεύσει το DCDS περιλαμβάνουν άτομα που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες (ειδικά εκείνα που είναι πολιτιστικά διαφοροποιημένα, π.χ. Ρομά, άτομα με αναπηρίες, (πρόσφατα και μακροπρόθεσμα) άνεργοι, άτομα που κινδυνεύουν από φτώχεια, άτομα με χρόνιες διαταραχές, μετανάστες και μετανάστες, γυναίκες, μονογονεϊκές οικογένειες κ.λπ.), άτομα ηλικίας 45 ετών και άνω, άνεργοι (και ιδιαίτερα πρόσφατα άνεργοι) κλπ. Μια επιπλέον ομάδα περιλαμβάνει τους ανθρώπους που εργάζονται σε θέσεις υψηλού επιπέδου (π.χ. διευθυντές, παλαιότεροι ακαδημαϊκοί, καλλιτέχνες, δικαστές, δημόσιοι υπάλληλοι κ.λπ.), οι οποίοι ντρέπονται να δηλώσουν την έλλειψη ψηφιακών ικανοτήτων. Αξίζει να σημειωθεί ότι κάθε προσπάθεια «γεφύρωσης του ψηφιακού χάσματος» δεν θα πρέπει να πραγματοποιηθεί μία φορά, αλλά πρέπει να επαναλαμβάνεται συχνά σε τακτική βάση, καθώς οι ψηφιακές δεξιότητες απαιτούν συνεχή ενημέρωση και πρακτική εφαρμογή.
Ο ψηφιακός μετασχηματισμός και η διαρθρωτική προσαρμογή επηρέασαν σοβαρά τις προαναφερθείσες ομάδες, ιδίως τους NEET και τους ανέργους, καθώς και τους κατοίκους αγροτικών περιοχών (π.χ. μικρά χωριά) και νησιών. Παράλληλα, πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στις γυναίκες. Η αναβάθμιση των ψηφιακών τους δεξιοτήτων και η ανάπτυξη των ηγετικών ικανοτήτων τους θα συμβάλουν στη βελτίωση της σταδιοδρομίας τους, θα τους επιτρέψουν να εργαστούν εξ αποστάσεως και γενικότερα θα μπορούσαν να μετριάσουν το «χάσμα αμοιβών».
Απαιτείται η καθιέρωση μιας εθνικής στρατηγικής (συμπεριλαμβανομένης μιας «δέσμης κανόνων» για την κατάρτιση, τη διαπίστευση κ.λπ.) από το Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής που θα δημιουργούσε ένα κοινό έδαφος. Επιπλέον, απαιτείται αλλαγή στην ελληνική νοοτροπία, δηλαδή για να αλλάξουμε αυτή την τελευταία τάση της «ηλεκτρονικοποίησης» των πάντων και να επικεντρωθούμε περισσότερο στις φιλικές προς το χρήστη τεχνολογίες. Αυτή η προτεραιότητα θα πρέπει να περιλαμβάνεται σε κάθε προσπάθεια ανάπτυξης και υιοθέτησης ενός συστήματος πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων των εργαλείων αυτοαξιολόγησης που αναφέρθηκαν προηγουμένως. Εκτός από την πλευρά της «προσφοράς», αυτή η αλλαγή στη νοοτροπία θα πρέπει επίσης να εφαρμοστεί στην πλευρά της «ζήτησης», δηλ. οι χρήστες πρέπει να αναγνωρίζουν και να υιοθετούν ψηφιακές τεχνολογίες στις καθημερινές τους εργασίες, χωρίς να ζητούν πρόσθετα κίνητρα.
Γενικά, απαιτείται κάποιος ελαφρύς τύπος διαπίστευσης (π.χ. badges) και «μαλακής» πιστοποίησης. Η διαπίστευση θα μπορούσε να διευκολυνθεί με τη χρήση εργαλείων αυτοαξιολόγησης, τα οποία θα βοηθούσαν τους πολίτες να εντοπίσουν τις δεξιότητες που απέκτησαν και εκείνες που λείπουν. Η πιστοποίηση γενικά είναι χρήσιμη και θα μπορούσε να παρέχεται από το κράτος ή από ιδιωτικά ή μη κερδοσκοπικά ιδρύματα.
Περισσότερες πληροφορίες για το έργο θα βρείτε στην ιστοσελίδα του έργου http://www.dcds-project.eu/
Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να επικοινωνούν με τον Αν. Καθηγητή ΕΑΠ Αχιλλέα Καμέα στέλνοντας email στη διεύθυνση info@daissy.eap.gr.